Ο χειρισμός στο θέμα
της ΕΡΤ ταυτίζει τις μεταρρυθμίσεις με
τον αυταρχισμό και δημιουργεί θέμα δημοκρατίας.
Ο τρόπος που
επιχειρήθηκε, μονομερώς από τον πρωθυπουργό,
η «αναδιοργάνωση» της ΕΡΤ, είναι πολιτικά απαράδεκτος, δημιουργεί ζήτημα
δημοκρατίας και ταυτίζει τις μεταρρυθμίσεις με «εγχείρηση χωρίς αναισθητικό».
Η κυβέρνηση προχώρησε
στην έκδοση πράξης νομοθετικού περιεχομένου, παρά την αντίθεση της ΔΗΜΑΡ.
Αυτό, μαρτυρά μία
επιλογή άρνησης επί της ουσίας της συλλειτουργίας των τριών κόμματων.
Το όλο ζήτημα δεν
είναι τυπικό και διαδικαστικό.
Το μαύρο στη
ραδιοτηλεόραση και η βίαιη διακοπή των συχνοτήτων της ΕΡΤ ήταν συγκεκριμένη
επιλογή.
Είναι επίσης
απαράδεκτο το γεγονός ότι παρά την απόφαση της προσωρινής διαταγής του Προέδρου
του Συμβουλίου της Επικρατείας να ενεργοποιηθούν οι συχνότητες, η απόφαση δεν
έτυχε εφαρμογής όπως όφειλε να πράξει η Κυβέρνηση.
Η απόφαση του ΣτΕ
έδειξε τα νομικά κενά και έδωσε τη δυνατότητα στο κ. Σαμαρά να διορθώσει το
λάθος.
Δεν την
αξιοποίησε όμως για μια επί της ουσίας επανατοποθέτηση του
ζητήματος σε νέα βάση.
Η ΔΗΜΑΡ ζήτησε επανατοποθέτηση του ζητήματος
και προώθηση της μεταρρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού φορέα.
Το θέμα είναι
πολιτικό και όχι στενά νομικό.
Η ΔΗΜΑΡ επέμενε στην ανάκληση της Πράξης Νομοθετικού
Περιεχομένου.
Ζήτησε όμως και
ειδικά την ανάκληση ή τροποποίηση της Κοινής Υπουργικής
Απόφασης στη βάση της
οποίας απολύονται οριζόντια όλοι οι εργαζόμενοι.
Σε ανακοίνωση της η
ΔΗΜΑΡ μεταξύ άλλων συνεφέρει:
«Η θέση μας ήταν
σαφώς υπέρ της μεταρρύθμισης και της δημιουργίας νέου ραδιοτηλεοπτικού δημόσιου
φορέα αλλά με τον όρο αυτό να γίνει με το φορέα
σε κίνηση και στη βάση κανόνων δικαίου. Συγκεκριμένα ζητήσαμε:
Τη δημιουργία ενός διάδοχου σχήματος που
θα διατηρήσει τις θέσεις και τα δικαιώματα του συνόλου του προσωπικού στην 1η
φάση , δηλαδή δεν θα έχουμε απολύσεις καθώς και αποζημιώσεις απολύσεων.
Την προώθηση της ριζικής θεσμικής
μεταρρύθμισης ώστε να απαλλαγεί η δημόσια ραδιοτηλεόραση από κυβερνητική και
κομματική εξάρτηση.
Την προώθηση σε ένα μεταβατικό στάδιο 6
μηνών της αναδιοργάνωσης και του
εξορθολογισμού με αντιμετώπιση των παθογενειών στη διαχείριση και με μείωση του
προσωπικού της. Η μείωση αυτή θα έπρεπε να γίνει στη βάση κριτηρίων όπως η
υπερστελέχωση τμημάτων και η
αποκλειστικότητα της απασχόλησης κ.α και με την αξιοποίηση μέτρων όπως η δυνατότητα
εξαγοράς πλασματικού χρόνου για συνταξιοδότηση».
Το βέβαιο είναι ότι ο
κ. Πρωθυπουργός είχε την ευκαιρία να διορθώσει το λάθος και αξιοποιήσει τη λύση που πρότεινε η ΔΗΜΑΡ που ασφαλώς σε
τίποτε δεν θα έβλαπτε την ουσία των πραγμάτων δηλαδή την αναδιοργάνωση και τον
εξορθολογισμό της λειτουργίας του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού
φορέα.
Αντί αυτής της στάσης
ο κ. Σαμαράς επέμενε στη θέση του για τις οριζόντιες απολύσεις και δέχθηκε μόνο
την αύξηση του αριθμού όσων θα επαναπροσληφθούν αλλά με δίμηνες συμβάσεις.
Βεβαίως και αυτές τις
αλλαγές στον αριθμό και όχι στο χαρακτήρα των συμβάσεων της έκανε υπό την πίεση
των συνολικών αντιστάσεων της ΔΗΜΑΡ.
Στη σύσκεψη των
πολιτικών αρχηγών δεν προέκυψε ο κοινός πολιτικός τόπος, αυτό όμως δεν είναι δική μας ευθύνη.
Η προσπάθεια που
γίνεται να εμφανιστεί η ΔΗΜΑΡ ότι υπερασπίζεται τους βολεμένους και τις
παθογένειες του δημόσιου τομέα είναι απλώς αβάσιμη και αποπροσανατολιστική.
Πάει πολύ να
εμφανίζονται ως φορείς της εξυγίανσης όσοι συνέβαλλαν στο να διαμορφωθεί στην
ΕΡΤ και σε όλο το δημόσιο τομέα ένα καθεστώς πελατειακών
σχέσεων , σπατάλης πόρων και διαφθοράς. Η πραγματικότητα είναι ότι η
«κακοδαιμονία» της ΕΡΤ με εξυπηρετήσεις «ημετέρων», με τη μέθοδο των διορισμών ή των αλλαγών στη
διοικητική της δομή και την απαξίωση του έργου της, συνεχίστηκε τον τελευταίο χρόνο παρά την
έντονη αντίδραση μας και στο πλαίσιο της ΕΡΤ και δημοσίως.
Ο χειρισμός και η
κατάληξη στην ΕΡΤ είναι μια κάκιστη
μέθοδος για την προώθηση συνολικά της
διοικητικής μεταρρύθμισης.
Το θέμα που έχει
προκύψει δεν αφορά μόνο την ΕΡΤ.
Η πράξη νομοθετικού
περιεχομένου αφορά και άλλους φορείς που θα καταργηθούν και άρα αναδεικνύει το
ζήτημα αν οι αναγκαστικές έξοδοι από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα θα γίνουν τυφλά
επί δικαίων και αδίκων.
Σε μια δημοκρατική
χώρα δεν μπορούν να υπάρχουν απολύσεις οριζόντιες και «ξαφνικού θανάτου».
Η διοικητική
μεταρρύθμιση πρέπει να προωθηθεί με δημοκρατικό τρόπο, στη βάση των κανόνων
δικαίου και με αξιολόγηση.
Ο αυταρχισμός στην
προώθηση της θα οδηγήσει σε αδιέξοδο.
Ο αριθμός 4.000
αναγκαστικών εξόδων που έχει δεσμευτεί η χώρα έως το τέλος του 2013 μπορεί να προκύψει μέσα από άλλες διαδικασίες.
Χρειάζεται να
καταλάβει η τρόικα ότι οι αλλαγές δεν μπορούν να προωθηθούν ωσάν να αφορά
υλικούς πόρους και όχι ανθρώπους. Για αυτό πρέπει να υπάρξει μια χρονική
παράταση ώστε να σταθεί δυνατή η υλοποίηση αυτής της δέσμευσης με άλλο τρόπο.
Πηγές μέσα από τις οποίες υπάρχει η δικαιολογητική βάση των αναγκαστικών εξόδων
είναι:
Η εξέταση των
προσωρινών διαταγών σε σχέση με τους
συμβασιούχους.
Η συνέχιση της
διαδικασίας εξέτασης των πειθαρχικά υπόλογων.
Η πραγματική
αξιολόγηση των φορέων και του έργου που προσφέρουν καθώς και του προσωπικού που
διαθέτουν.
Η θέση που
προβάλλεται ότι έως 30/6/2013 υπάρχει
αμετάκλητη δέσμευση για 2.000 αναγκαστικές εξόδους δεν ανταποκρίνεται στο
επικαιροποιημένο μεσοπρόθεσμο διότι σε αυτό δεν αναφέρεται συγκεκριμένος
αριθμός αλλά μόνο ότι από τις 4.000 αναγκαστικές εξόδους του 2013 ένα μεγάλο
μέρος θα πρέπει να είναι εμπροσθοβαρείς.
Η προσπάθεια που
γίνεται να θεωρηθεί ότι οι 2.000 αναγκαστικές έξοδοι είναι προαπαιτούμενο για
τη δόση του Ιουνίου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Επιπλέον η δέσμευση
για την προώθηση της κινητικότητας 12.500 δημοσίων υπαλλήλων αφορά στο
σχεδιασμό αυτής της μετακίνησης και αυτό συνδέεται με τη δουλειά όλων των
Υπουργών και όχι μόνο του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης το οποίο έχει
στο δυναμικό του μόνο μερικές εκατοντάδες άτομα.
Το επόμενο διάστημα
αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι να αγωνιστεί για αλλαγές , τροποποιήσεις και
συμπληρώσεις στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Επίκεντρο είναι τα θέματα της οικονομικής
πολιτικής που επανέρχονται με
προτεραιότητα. Κύρια ζητήματα τροποποιήσεων είναι τα κάτωθι:
ΦΠΑ Εστίασης.
Ενιαίος φόρος
ακινήτων, φόρος στο πετρέλαιο θέρμανσης και στα ακίνητα.
Νέο φορολογικό
νομοσχέδιο με άλλη λογική φορολόγησης αφού η μέθοδος της υπερφορολόγησης έχει
αποτύχει να φέρει περισσότερα έσοδα.
Επιμονή όλων στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Αναπτυξιακές
παρεμβάσεις ενίσχυση και από Ε. Τ Επενδύσεων, μέτρα υποστήριξης των ανέργων.
Για να προωθηθούν
τροποποιήσεις στο πρόγραμμα προσαρμογής είναι απαραίτητη η μέγιστη δυνατή
πολιτική συμπαράταξη και η αξιοποίηση του ευρέος φάσματος που είχε η κυβέρνηση
με τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ ώστε να ασκείται μεγαλύτερη πίεση προς την τρόικα για
να συναινέσει σε λύσεις ευνοϊκές για τη χώρα.
Ο χειρισμός του
θέματος της ΕΡΤ ανέδειξε την αντίληψη
μονοκομματικής λειτουργίας εντός της κυβέρνησης.
Το ζήτημα της ΕΡΤ,
είναι η θρυαλλίδα που ανέδειξε ότι ο κ.
Σαμαράς δεν συμπεριφέρεται ως πρωθυπουργός τρικομματικής κυβέρνησης.
Αυτή η υποτίμηση προς
τους κυβερνητικούς εταίρους και το ρόλο τους δεν δημιουργεί βεβαίως κοινό
πολιτικό τόπο..
Διότι τρικομματική
κυβέρνηση δεν μπορεί να υπάρχει παρά
μόνο με ισότιμες σχέσεις μεταξύ των εταίρων και όχι με το να καλούνται οι
εταίροι να ακολουθήσουν τα κελεύσματα του κ. Σαμαρά.
Αυτό δεν αφορά μόνο
την ΕΡΤ αλλά και τη γενικότερη
λειτουργία ειδικά σε θέματα που δεν αποτελούν ευθέως μνημονιακές δεσμεύσεις και
οι χειρισμοί φέρουν την καθοριστική σφραγίδα της ελληνικής κυβέρνησης.
Ενδεικτικό αυτής της
νοοτροπίας ήταν η στάση της Ν.Δ στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο όπου ανέκρουσε
πρύμναν.
Αλλά και πλείστα
άλλα.
Το ΠΑΣΟΚ συνεχίσει τη
γραμμή της υποχώρησης στην κρίσιμη στιγμή.
Αντιδρά συχνά αλλά
την κρίσιμη στιγμή δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να σηκώσει το βάρος της
απαραίτητης σθεναρής διαπραγμάτευσης.
Έτσι όμως
αντικειμενικά περιορίζεται σε μια επικοινωνιακή διαχείριση των θεμάτων και
απομειώνει τα αποτελέσματα της συμμετοχής του στην κυβέρνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου