Η χώρα διανύει μια περίοδο ιδιαιτέρως κρίσιμη. Αυτό που διακυβεύεται είναι η συμφωνία με τους δανειστές για τη συνέχιση του προγράμματος προσαρμογής, αλλά και ο τρόπος της συνέχισης του προγράμματος.
Στόχος μας είναι μια πολιτική συμφωνία προς το
μέλλον, που θα βλέπει μακριά και θα δημιουργεί ένα πλαίσιο βιώσιμης λύσης από
οικονομική και κοινωνική άποψη.
1. Το κόμμα μας έκανε
τον Ιούνιο μια σημαντική επιλογή. Να στηρίξει την κυβέρνηση συνευθύνης μαζί με
δυνάμεις, με τις οποίες βεβαίως έχουμε πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές. Με
τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση προσπαθούμε μέσα σε αντίξοες συνθήκες να
πετύχουμε το διπλό στόχο της παραμονής της χώρας στο ευρώ και της προστασίας
των πιο αδύναμων στρωμάτων της κοινωνίας μας.
Η χώρα χρειάζεται την
ευρύτερη δυνατή συμπαράταξη κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων ώστε να
αξιοποιήσει ό,τι καλύτερο διαθέτει στην περίοδο κρίσιμων μαχών σε όλη τη γραμμή
του μετώπου.
Ο εύκολος
αντιπολιτευτικός λόγος που αξιοποιεί τις πιεστικές και συχνά ανυπόφορες για το
λαό καταστάσεις για να αλιεύσει ψήφους, δεν ήταν ποτέ χρήσιμος αλλά πολύ
περισσότερο σήμερα δεν είναι υπεύθυνος. Δεν θα περιπέσουμε σε ένα τέτοιο λόγο.
Δεν μας έλκει η προοπτική να διαδραματίσουμε ένα ανορθωτικό ρόλο μετά την
καταστροφή. Θέλουμε να συμβάλλουμε στο να αποφευχθεί η καταστροφή.
Εμείς θα επιμείνουμε
στη μόνη ρεαλιστική πολιτική γραμμή που αναγνωρίζει ότι η δανειακή σύμβαση
αποτελεί ένα δεσμευτικό πλαίσιο για τη χώρα και ταυτόχρονα παλεύει σοβαρά και
συγκροτημένα να το αλλάξει. Δεν θα υπονομεύσουμε την παραμονή της χώρας στο
ευρώ με ερασιτεχνισμούς και καλλιέργεια φρούδων ελπίδων, ότι δήθεν είναι δυνατή
η άμεση απαλλαγή από το μνημόνιο με την καταγγελία του και την στάση πληρωμών.
Η στάση μας δείχνει
ότι είναι αβάσιμη η αντίληψη που συστηματικά καλλιέργησε η αντιπολίτευση ότι
δήθεν όλα ήσαν προαποφασισμένα, ότι δεν γίνεται διαπραγμάτευση, αλλά ένα
«θέατρο» για τα μάτια του κόσμου.
Η προσπάθεια του
ΣΥΡΙΖΑ να εμπεδώσει την αντίληψη ότι αφού η Δημοκρατική Αριστερά επιλέγει ένα
διαφορετικό από το δικό του δρόμο παρέμβασης,
παύει να είναι δύναμη της Αριστεράς και έχει μετεξελιχθεί σε μνημονιακή –
αντιλαϊκή δύναμη , συνιστά κλασική περίπτωση συνειδητής διαστρέβλωσης και
επιλεγμένης πολιτικής συκοφαντίας. Είναι καταφανής η στενοκομματική επιδίωξη
του ΣΥΡΙΖΑ να εξοστρακίσει από το χώρο της Αριστεράς κάθε διαφορετική
προσέγγιση από τη δική του.
Αυτό που κάναμε –η
συμμετοχή ενός αριστερού κόμματος στην κυβέρνηση – είναι στάση εθνικής ευθύνης.
Και θα πέσουν στο κενό όλες οι προσπάθειες συκοφάντησης αυτής της επιλογής μας.
Ταυτόχρονα
επισημαίνουμε σε όλες τις κατευθύνσεις - και στο εσωτερικό της χώρας αλλά και
στο εξωτερικό - ότι δεν θα αποδεχθούμε την παρανόηση του χαρακτήρα αυτής της
συμμετοχής. Όπως δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του τόπου μια ΔΗΜ.ΑΡ στη θαλπωρή
της αντιπολίτευσης, το ίδιο επίσης δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του τόπου και
των εργαζομένων, ένας υποβαθμισμένος συνυπολογισμός της συμμετοχής της στην
άσκηση πολιτικών εξόδου από την κρίση.
2. Με τη συμμετοχή
μας στην κυβέρνηση καταβάλαμε τεράστιες προσπάθειες και πιστεύουμε ότι
διαδραματίσαμε εποικοδομητικό και σταθεροποιητικό ρόλο στο συνεργατικό
κυβερνητικό σχήμα. Η συμβολή μας δεν ήταν και δεν είναι ζήτημα αριθμητικό, αλλά
βαθύτατα πολιτικό.
Συμφωνήσαμε να
υπάρξει μια διαδικασία αναδιαπραγμάτευσης, που αφενός θα υλοποιήσει το
πρόγραμμα προσαρμογής και αφετέρου θα το τροποποιήσει, σε συμφωνία με τους
εταίρους, με στόχο να γίνει :
• οικονομικά αποτελεσματικό , συνδεόμενο με
την ανάπτυξη και
• κοινωνικά βιώσιμο , με ορθολογικό
επιμερισμό των βαρών, λήψη μέτρων ελάφρυνσης των βαρών και ανακούφισης των
κοινωνικά αδύναμων.
Αναγνωρίσαμε ότι η
υλοποίηση της προγραμματικής συμφωνίας συναρτάται με τις συνεχείς
διαπραγματεύσεις με την τρόικα και το γενικότερο δυναμικά εξελισσόμενο πλαίσιο
της ευρωπαϊκής πολιτικής αντιμετώπισης της κρίσης.
Δεν καλλιεργήσαμε
αυταπάτες ότι η δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να γίνει χωρίς αντιμετώπιση των
παθογενειών που χαρακτηρίζουν την
οικονομική και πολιτική συγκρότηση της χώρας, χωρίς υλοποίηση διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων.
Αναλάβαμε την ευθύνη
για τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων, γνωρίζοντας ότι συναντούν , μεγάλες
αντιδράσεις. Ως ΔΗΜΑΡ είχαμε διατυπώσει και προεκλογικά τη διαφωνία μας για το
χαρακτήρα μέτρων και ένα πλαίσιο οικονομικής πολιτικής που δίνει την εντύπωση
ότι οι θυσίες χάνονται στο πιθάρι των Δαναΐδων. Μετά τη συγκρότηση της
κυβέρνησης εργαζόμαστε συστηματικά με την κατάθεση εναλλακτικών προτάσεων για
να ενισχυθούν οι διαστάσεις της εξυγίανσης και του εξορθολογισμού και να
υπάρξει η μικρότερη δυνατή επιβάρυνση σε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα.
Θεωρήσαμε απαραίτητη
την ενίσχυση της διαπραγμάτευσης και σε πολιτικό επίπεδο με τους εταίρους για
μια συμφωνία δημοσιονομικής προσαρμογής, που να περιλαμβάνει τη χρονική
επιμήκυνση, την ένταξη της ρήτρας αντικατάστασης ιδιαιτέρως επαχθών μέτρων από
όλα εκείνα τα οποία θα προκύπτουν ως προϊόν εσόδων, την ενίσχυση της με
αναπτυξιακές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της ύφεσης.
Επίσης τονίσαμε με
προκαταβολική σαφήνεια τη θέση μας για « .. ανακοπή της επίθεσης που γίνεται
από την τρόικα και μέρος των εργοδοτικών δυνάμεων για διάλυση των εργασιακών
σχέσεων και περαιτέρω υποβάθμιση των δικαιωμάτων…».
3. Ενώ λοιπόν
ολοκληρωνόταν η διαπραγμάτευση για το δημοσιονομικό πακέτο η τρόικα, χωρίς να
λάβει υπόψη τη ρητώς διατυπωμένη διαφωνία της Δημοκρατικής Αριστεράς, επέλεξε
να προωθήσει αιφνιδιαστικά και μάλιστα σε ακραία μορφή ρυθμίσεις για ανατροπές
στις εργασιακές σχέσεις .
Πολιτικές δυνάμεις
και πολιτικά πρόσωπα επιχειρούν να πείσουν ότι τα εργασιακά είναι ένα
παρεμπίπτον ζήτημα και η αντίρρηση για αυτά είναι «περί όνου σκιάς». Αλήθεια,
αν η όλη συζήτηση είναι «περί όνου σκιάς» γιατί δε γίνεται αναστολή της
εφαρμογής; Πολύ περισσότερο όταν η ίδια η Κομισιόν διατυπώνει επιφυλάξεις και
αντιρρήσεις για τη συμβατότητα ορισμένων ρυθμίσεων με την νομοθεσία της Ευρωπαϊκής
Ένωσης.
Δεν είναι όμως αυτή η
πραγματικότητα. Τα εργασιακά θέματα αποτελούν τον οδικό χάρτη για την εικόνα
της χώρας μετά τη δημοσιονομική εξυγίανση. Η συγκεκριμένη εκδοχή εργασιακών
σχέσεων προωθεί ρυθμίσεις που διαμορφώνουν για τους εργαζόμενους ένα περιβάλλον
αποσαθρωμένων δικαιωμάτων.
Η υποτίμηση που
δείχνουν κάποιοι για τα ζητήματα όπως το επίδομα γάμου και οι προσαυξήσεις από
τις τριετίες, δείχνουν ότι δεν κατανοούν τη ζωή πολλών εργαζομένων που ζουν στα
όρια ή κάτω από τα όρια της φτώχεια.. Και βεβαίως πρωτίστως αναδεικνύουμε το
θέμα της επεκτασιμότητας των συμβάσεων γιατί η κατάργηση τους θα απομειώσει
περαιτέρω τους μισθούς και γενικότερα την αμοιβή εργασίας.
Αυτές οι ρυθμίσεις,
που δεν έχουν σχέση με τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις αναγκαίες
διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συγκροτούν - με την υποστήριξη τμήματος των
εργοδοτικών δυνάμεων της χώρας - μια επιχείρηση πολιτικής-ιδεολογικής επιβολής
ενός νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανταγωνιστικότητας και εργασιακών σχέσεων.
4. Τα δημοσιονομικά
μέτρα, αναμφισβήτητα, είναι βαριά. Έχουμε πει βεβαίως ότι οι πολιτικές
δημοσιονομικής εξυγίανσης πρέπει να τροποποιηθούν και έχουμε καταθέσει
προτάσεις επί αυτού. Δεν διστάζουμε να αναλάβουμε την ευθύνη μας γι αυτά - με
δεδομένους τους σημερινούς συσχετισμούς -, με την βεβαιότητα ότι υπηρετούν την
εκταμίευση των 31,5 δις ευρώ για την περαιτέρω πορεία της οικονομίας , σε σχέση
και με την ανάπτυξη που πρέπει να υπάρξει για την δημιουργία θέσεων εργασίας
και για την προοπτική εξόδου από την κρίση. Θέλουμε τις μεταρρυθμίσεις και τις
αναδιαρθρώσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μη υπολογίζοντας αντιδράσεις,
αντιστάσεις όσο και αρνήσεις για την ύπαρξη της όποιας μεταρρύθμισης.
Η δημοσιονομική
εξυγίανση όμως δεν πρόκειται να ωφεληθεί από την υποβάθμιση των εργασιακών
δικαιωμάτων και τη μείωση των μισθών. Το αντίθετο μάλιστα. Θα υπάρχει αρνητικό δημοσιονομικό αποτύπωμα,
αφού οι μειώσεις στους μισθούς και στις ασφαλιστικές εισφορές θα μειώσουν
περαιτέρω τις εισπράξεις των ταμείων αλλά και τα έσοδα από φορολογία του κράτους.
Έτσι αναγκαστικά θα ακολουθήσουν και άλλα δημοσιονομικά μέτρα ενισχύοντας
περαιτέρω τον φαύλο κύκλο της εσωτερικής υποτίμησης .
Επιμένοντας εξ αρχής
στα εργασιακά δεν αναζητούσαμε το «αριστερό αντίβαρο» στο πακέτο των μέτρων για
τα δημοσιονομικά. Εκείνο που διεκδικούσαμε και διεκδικούμε είναι να μην
αποδυναμωθούν ακόμα περισσότερο τα δικαιώματα των εργαζομένων.
5. Η αντιπαράθεση που
διεξάγεται γύρω από τα εργασιακά αφορά το ζήτημα αν η τρόικα, οι εταίροι και οι
δανειστές μας, αποδέχονται ότι σε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής
μπορούν να υπάρξουν αλλαγές. Είναι γνωστό ότι το πρόγραμμα δεν θα έχει τα
επιθυμητά αποτελέσματα όχι μόνο γιατί δεν προωθήθηκαν οι αναγκαίες
μεταρρυθμίσεις, αλλά και γιατί είχε αρκετά προβληματικά στοιχεία στη δομή του.
Οι δηλώσεις στελεχών
του ΔΝΤ αλλά και της ευρωπαϊκής τράπεζας που παραδέχονται ότι υποεκτιμούσαν τις
επιπτώσεις της λιτότητας στην οικονομική ανάπτυξη, και η παραδοχή ότι το χρέος
θα γίνει βιώσιμο μόνο μέσω ενός άλλου μίγματος πολιτικής, δείχνει ότι οι τροποποιήσεις
στο πρόγραμμα είναι μια αδήριτη ανάγκη. Η λογική συνέχεια αυτών των
διαπιστώσεων δεν μπορεί να είναι η κατηγορηματική άρνηση τροποποιήσεων του
προγράμματος. Αντίθετα η στάση της τρόικα και των πολιτικών ηγετών στα
εργασιακά δείχνει ότι αφενός επιδιώκεται να μην υπάρξει καμιά βασική αλλαγή στο
πρόγραμμα προσαρμογής και αφετέρου υποτιμάται πλήρως η ανάγκη να υπάρξει η
βασική κοινωνική συναίνεση στη δημοσιονομική εξυγίανση.
Το ενδιαφέρον των
Ευρωπαίων εταίρων για πολιτική σταθερότητα για να είναι πραγματικό θα πρέπει να
λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές και πολιτικές τάσεις στη χώρα και να διευκολύνει
τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας που θα στηρίζει τη
δημοσιονομική προσαρμογή. Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς παραχωρήσεις και αμοιβαίους
συμβιβασμούς. Όσο διαρκεί το πρόγραμμα προσαρμογής δεν πρέπει να υποβαθμιστεί η
λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών της χώρας.
Η συμμετοχή της
Δημοκρατικής Αριστεράς στην κυβέρνηση πρέπει να έχει ουσιαστικό αντίκρισμα στο
επίπεδο της ασκούμενης πολιτικής, σε σχέση με τη θέση των εργαζομένων αλλά και
το μοντέλο εξόδου από την κρίση.
6. Εμείς πιστεύουμε
πραγματικά ότι το ζητούμενο δεν είναι να εμφανίσουμε την εικόνα του κράτους που
ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις επιλογές της τρόικα. Το ζητούμενο είναι να αποδείξουμε ότι είμαστε υπεύθυνη χώρα, με
γνώση και ευθύνη για το πρόγραμμα προσαρμογής, αλλά και την κοινωνική –
πολιτική ισορροπία.
Η εξαίρεση των
εργασιακών δεν θα δημιουργούσε πολιτική κρίση, εφόσον θα ψηφιζόταν το πακέτο
μέτρων. Δεν θα έδειχνε ένα κράτος που λέει «δεν πληρώνω» και αθετεί τις
υποχρεώσεις μου. Θα έδειχνε την απαίτηση ενός κράτους που αναλαμβάνει να
υλοποιήσει ένα πολύ βαρύ πακέτο μέτρων με περικοπές συντάξεων, μισθών και
επιδομάτων και ταυτόχρονα δεν δέχεται να υποβαθμίσει περαιτέρω τη ζωή των
πολιτών και την προοπτική τους με την αποσάθρωση των εργασιακών δικαιωμάτων, με
τρόπο που σε αρκετά σημεία παραβιάζει το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Θα έδινε τη
δυνατότητα να υπάρχει διαπραγμάτευση στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο, μπροστά
στους λαούς της Ευρώπης. Και εκεί υπάρχουν πάρα πολλοί σύμμαχοι από όλο το
πολιτικό φάσμα.
7. Είχαμε καταστήσει
σαφές , με απόλυτη πολιτική ειλικρίνεια , ότι η ΔΗΜΑΡ θα καταψηφίσει τα
εργασιακά μέτρα και αυτό το ήξεραν όλοι. Η θέση μας παραμένει αμετακίνητη.
Αμέσως μετά το πακέτο
μέτρων του προγράμματος προσαρμογής ψηφίζεται ο προϋπολογισμός. Ο
προϋπολογισμός κατατίθεται σε ένα μεταβατικό στάδιο διαπραγματεύσεων της χώρας
με την τρόικα και τους Ευρωπαίους εταίρους σε σχέση με το πρόγραμμα
δημοσιονομικής προσαρμογής. Η τελική κατάληξη των διαπραγματεύσεων θα επηρεάσει
την τελική μορφή του προϋπολογισμού και την εξέλιξη του.
Υποστηρίζουμε την
ανάγκη:
• Να υπάρχει χρονική επιμήκυνση του
προγράμματος και να αμβλυνθεί η εμπροσθοβαρής πρόβλεψη σε σχέση με τις
περικοπές. Αυτό είναι απαραίτητο για να λειτουργήσει ουσιαστικά η ρήτρα
αντικατάστασης των επαχθών μέτρων στο βαθμό που θα έχουμε απόδοση εσόδων.
• Να υπάρχει αναπτυξιακή ενίσχυση μέσα από
την άμεση αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, αλλά και με ειδικό πρόγραμμα αναπτυξιακών
παρεμβάσεων και καταπολέμησης της ανεργίας με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή
Ένωση και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Αυτό είναι απαραίτητο ώστε να
μειωθεί η αρνητική υφεσιακή επίπτωση της προβλεπόμενης μείωσης των δημοσίων
δαπανών και να δημιουργηθούν εισοδήματα σε νέους τομείς και για νέους
ανθρώπους. Μόνο έτσι μπορούν να γίνουν βήματα αναστροφής της καθοδικής πορείας.
Η θέση της ΔΗΜΑΡ
έναντι του προϋπολογισμού πρέπει να καθοριστεί τελικά και με πολιτικά κριτήρια.
Δηλαδή θα συνυπολογιστούν αφενός τα ίδια τα στοιχεία του προϋπολογισμού και
αφετέρου η αναγκαιότητα να υπάρχουν προϋποθέσεις σταθερής κυβερνητικής
διαχείρισης μέσα σε δύσκολες δημοσιονομικές συνθήκες.
Υποστηρίξαμε και
υποστηρίζουμε τη μέγιστη δυνατή συνολική λύση για το πρόβλημα χρέους της χώρας,
με συγκεκριμένες προτάσεις και με συνέπεια. Θα συνεχίσουμε τη στήριξη μας για
μια συνολική ρύθμιση με χρονική επιμήκυνση, ρήτρα αντικατάστασης, αναπτυξιακή
ενίσχυση και μείωση της επιβάρυνσης του χρέους.
8. Επιλέξαμε ήδη -
και δεν το αναιρούμε - να υπάρξει κυβέρνηση, να μην δημιουργηθεί πολιτική
αστάθεια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία και να υπηρετήσουμε την
παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη και στο ευρώ και όχι την επιστροφή στην
δραχμή. Αυτή μας η επιλογή παραμένει. Και όποιος επιχειρεί να την συμψηφίσει με
την σταθερή μας θέση να υπερασπιζόμαστε τα εργασιακά δικαιώματα, κάνει
τουλάχιστον λάθος.
Σεβόμαστε τη
συμμετοχή μας στην κυβέρνηση και βάζουμε στην άκρη το πρόσκαιρο κομματικό
συμφέρον. Δεν θέλουμε να ρηγματωθεί η κυβέρνηση με ό,τι συνεπάγεται για τον
κοινό μας στόχο.
Η στάση ευθύνης
παραμένει συστατικό μας στοιχείο της συγκρότησης και της πολιτικής μας. Σε αυτό
το δρόμο σας καλώ να βαδίσουμε με σταθερότητα και αποφασιστικότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου